ΕΛ/ΛΑΚ | creativecommons.gr | mycontent.ellak.gr |
freedom

Η Ανοιχτότητα ως Στρατηγικό Πλεονέκτημα: Γιατί η Ευρώπη Χρειάζεται Επενδύσεις στον Ανοιχτό Κώδικα για την Ψηφιακή της Κυριαρχία

Με τη νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να αναλαμβάνουν καθήκοντα σε ένα ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιταχύνει την προσπάθειά της να οικοδομήσει ανεξάρτητες ψηφιακές υποδομές. Η έννοια της «ψηφιακής κυριαρχίας» (digital sovereignty) ή και «τεχνολογικής κυριαρχίας» (tech sovereignty) κυριαρχεί πλέον στη δημόσια συζήτηση. Η πρόσφατη δημιουργία θέσης Εκτελεστικού Αντιπροέδρου για την Τεχνολογική Κυριαρχία, την Ασφάλεια και τη Δημοκρατία, με επικεφαλής την Henna Virkkunen, αλλά και οι παράλληλες πρωτοβουλίες της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (ITRE) του Ευρωκοινοβουλίου, δείχνουν ότι η πολιτική βούληση είναι ισχυρή.

Η φιλοδοξία είναι ξεκάθαρη: η Ευρώπη να αποκτήσει αυτόνομα και ανθεκτικά ψηφιακά συστήματα, που να ευθυγραμμίζονται με τις αξίες της, να διασφαλίζουν κανονιστική ανεξαρτησία και να μειώνουν την εξάρτηση από αμερικανικές ή άλλες μη ευρωπαϊκές τεχνολογίες. Στην πράξη, η φιλοδοξία αυτή υλοποιείται μέσω πρωτοβουλιών όπως το EuroStack Initiative και η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα Open Internet Stack μέσω της Γενικής Διεύθυνσης Επικοινωνιών, Δικτύων, Περιεχομένου και Τεχνολογίας (DG CNECT). Ωστόσο, τίθεται το ερώτημα: ποια θα πρέπει να είναι η κατεύθυνση αυτών των προσπαθειών;

Σε αυτό το πλαίσιο, η συζήτηση συχνά αγνοεί δύο κρίσιμες διαστάσεις:

  1. Τη στρατηγική αξιοποίηση του ανοιχτού λογισμικού ως κεντρικού άξονα της ψηφιακής κυριαρχίας.
  2. Την ανάγκη για συστηματική και μακροπρόθεσμη επένδυση στη συντήρηση και ενίσχυση των οικοσυστημάτων των συντηρητών (maintainers) του open source, μέσω ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου Τεχνολογικής Κυριαρχίας (EU-Sovereign Tech Fund).

Τι σημαίνει πραγματικά «ψηφιακή κυριαρχία»;

Η ψηφιακή κυριαρχία έχει πολλές ερμηνείες. Στην ουσία, αφορά το δικαίωμα και τη δυνατότητα χρηστών — από μεμονωμένα άτομα και επιχειρήσεις έως ολόκληρα κράτη — να μπορούν να απεξαρτηθούν από κυρίαρχους προμηθευτές τεχνολογίας και να έχουν αξιόπιστες εναλλακτικές.

Τα τελευταία χρόνια, ρυθμιστικές πρωτοβουλίες όπως ο Digital Markets Act και ο Data Act έθεσαν τις βάσεις για τη δυνατότητα «εξόδου» από δεσμευτικά οικοσυστήματα. Όμως, η επόμενη πρόκληση δεν είναι μόνο το να διασφαλίσουμε την έξοδο, αλλά και να χτίσουμε αξιόλογες εναλλακτικές στις οποίες μπορεί κανείς να στραφεί. Στην πραγματικότητα, ίσως η πιο κρίσιμη στρατηγική δεν είναι να δημιουργήσουμε εξ ολοκλήρου νέες λύσεις, αλλά να ενισχύσουμε και να διατηρήσουμε τις εναλλακτικές που ήδη υπάρχουν — πολλές από τις οποίες είναι έργα ανοιχτού λογισμικού.

Το open source λειτουργεί «κάτω από την επιφάνεια» των εφαρμογών που χρησιμοποιούμε: μικρά πακέτα κώδικα, βιβλιοθήκες, πρωτόκολλα, ακόμα και ολόκληρα αποθετήρια που στηρίζουν κρίσιμες υπηρεσίες. Ωστόσο, η χρόνια υποεπένδυση σε αυτά έχει οδηγήσει σε κενά ασφαλείας, σε τρωτότητες στις αλυσίδες εφοδιασμού λογισμικού και σε αυξανόμενη εξάρτηση της Ευρώπης από μη ευρωπαϊκούς παρόχους.

Αν η Ευρώπη συνεχίσει να παραβλέπει την ανάγκη επένδυσης σε αυτό το επίπεδο, διακινδυνεύει να υπονομεύσει συνολικά το ίδιο το εγχείρημα της ψηφιακής κυριαρχίας. Στην προσπάθεια να αποφύγει την εξάρτηση από κλειστές αμερικανικές πλατφόρμες, κινδυνεύει να δημιουργήσει μια νέα εξάρτηση από κλειστούς ευρωπαϊκούς προμηθευτές — εξίσου ευάλωτους και ανεπαρκώς προετοιμασμένους για τον παγκόσμιο ανταγωνισμό.

Γιατί η ανοιχτότητα συμφέρει τον «διεκδικητή»

Η ιστορία των ψηφιακών αγορών δείχνει ξεκάθαρα ότι η «ανοιχτότητα» ήταν πάντα η στρατηγική επιλογή όσων προσπαθούσαν να ανταγωνιστούν κατεστημένους γίγαντες. Η Ευρώπη, ως «διεκδικητής» απέναντι στις υπερδυνάμεις των ΗΠΑ και της Κίνας, βρίσκεται σε ιδανική θέση να υιοθετήσει το ίδιο μονοπάτι.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Google: όταν υστερούσε στον χώρο των λειτουργικών συστημάτων κινητών, άνοιξε τον κώδικα του Android, προσελκύοντας προγραμματιστές και κατασκευαστές συσκευών. Το αποτέλεσμα ήταν η εκτόξευση του Android σε παγκόσμιο επίπεδο. Αντίστοιχα, η Netscape, στην προσπάθειά της να ανταγωνιστεί τον Internet Explorer της Microsoft, άνοιξε τον κώδικά της, δημιουργώντας το Mozilla και, στη συνέχεια, τον Firefox. Αυτές οι κινήσεις δεν ήταν απλώς ιδεολογικές· ήταν στρατηγικές και πρακτικές.

Η Ευρώπη, λοιπόν, δεν χρειάζεται να προσπαθήσει να ανταγωνιστεί τους κολοσσούς με τους δικούς τους όρους, αλλά να οικοδομήσει τη δική της «τρίτη οδό» βασισμένη σε ανοιχτά πρότυπα και λογισμικό. Αυτό θα ενισχύσει τη διαλειτουργικότητα, θα μειώσει τα εμπόδια εισόδου για νεοφυείς επιχειρήσεις και θα καλλιεργήσει συνεργασίες πέρα από τα εθνικά σύνορα.

Το μάθημα από τη Γερμανία: Το Sovereign Tech Fund

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα παραδείγματα στην Ευρώπη είναι το Sovereign Tech Fund (STF) της Γερμανίας, το οποίο πλέον εντάχθηκε στη Sovereign Tech Agency. Μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια, απέδειξε ότι οι δημόσιες επενδύσεις μπορούν να ενισχύσουν κρίσιμες υποδομές open source χωρίς να συγκεντρώνουν εξουσία σε λίγες μεγάλες εταιρείες.

Το STF στήριξε βιβλιοθήκες, εργαλεία ανάπτυξης λογισμικού, πρωτόκολλα κρυπτογράφησης και διαχειριστές πακέτων που χρησιμοποιούνται παγκοσμίως. Έτσι, βοήθησε ευρωπαίους αλλά και διεθνείς φορείς να αποφύγουν επισφαλείς, κλειστές εξαρτήσεις. Το μάθημα είναι σαφές: η ψηφιακή κυριαρχία δεν πρέπει να σημαίνει τεχνολογική απομόνωση. Η επένδυση στο open source είναι ένας από τους λίγους τρόπους να συνδυαστεί η κυριαρχία με την καινοτομία, την ευελιξία και τη διεθνή συνεργασία.

Προς ένα Ευρωπαϊκό Ταμείο Τεχνολογικής Κυριαρχίας

Η λογική του STF μπορεί και πρέπει να κλιμακωθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ένα EU-Sovereign Tech Fund (EU-STF) θα μπορούσε να αποτελέσει θεσμικό φορέα πανευρωπαϊκής εμβέλειας, συγκεντρώνοντας πόρους από την ΕΕ, τα κράτη-μέλη και τη βιομηχανία, ώστε να εξασφαλίσει και να συντηρήσει τις ψηφιακές υποδομές ανοιχτού κώδικα της Ευρώπης.

Ο σκοπός του ταμείου θα περιλάμβανε:

  • Χρηματοδότηση κρίσιμων έργων ανοιχτού λογισμικού.
  • Χαρτογράφηση εξαρτήσεων λογισμικού και ενίσχυση της ασφάλειας.
  • Στήριξη της ανθεκτικότητας του οικοσυστήματος open source.

Για να είναι αποτελεσματικό, το ταμείο πρέπει να στηριχθεί σε βασικές αρχές: χαμηλή γραφειοκρατία, ευέλικτη κατανομή πόρων και συμμετοχή της κοινότητας στη λήψη αποφάσεων. Αυτές οι αρχές ήδη έχουν αποδείξει την αξία τους στο γερμανικό μοντέλο.

Η μελέτη που συνοδεύει την πρόταση εξετάζει διαφορετικά χρηματοδοτικά σενάρια και μοντέλα διακυβέρνησης: από πιο συγκεντρωτικά, που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη ορατότητα και πόρους, έως υβριδικές μορφές που θα προσφέρουν ευελιξία και συνέχεια με υπάρχουσες πρωτοβουλίες, όπως το STF της Γερμανίας.

Πολιτική βούληση και επιχειρηματική στήριξη

Το ενθαρρυντικό είναι ότι ήδη υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση στην Ευρώπη για τη δημιουργία του EU-STF. Παράλληλα, σημαντικοί παράγοντες του ιδιωτικού τομέα — όπως η Mercedes-Benz, η SAP και το GitHub — έχουν εκφράσει στήριξη, αναγνωρίζοντας τη σημασία της ενίσχυσης των ψηφιακών υποδομών που όλοι χρησιμοποιούν.

Το EU-STF θα μπορούσε επίσης να ενταχθεί στη λογική του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανταγωνιστικότητας, συμβάλλοντας στον ευρύτερο στόχο να γίνει η Ευρώπη πιο ανταγωνιστική σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ένα κάλεσμα για δράση

Η στιγμή είναι τώρα. Η Ευρώπη έχει μια μοναδική ευκαιρία να θεσμοθετήσει επενδύσεις στο open source σε μεγάλη κλίμακα, εντάσσοντας την ανοιχτότητα στον πυρήνα της ψηφιακής στρατηγικής της.

Ένα πανευρωπαϊκό ταμείο για την τεχνολογική κυριαρχία δεν θα ενίσχυε μόνο την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, αλλά θα καθιστούσε την ΕΕ παγκόσμιο ηγέτη στην ανάπτυξη βιώσιμων και καινοτόμων τεχνολογιών. Το σημαντικότερο: θα δημιουργούσε ένα πρότυπο που θα μπορούσαν να υιοθετήσουν και άλλες περιοχές του κόσμου, ενισχύοντας το παγκόσμιο οικοσύστημα του ανοιχτού λογισμικού.

Η ψηφιακή κυριαρχία δεν ισοδυναμεί με απομόνωση. Αντίθετα, σημαίνει τη δημιουργία ενός μέλλοντος όπου η τεχνολογία υπηρετεί τη δημοκρατία, την ασφάλεια και την καινοτομία — με την Ευρώπη να ηγείται, χάρη στη δύναμη του open source.

Πηγή άρθρου: https://www.techpolicy.press

Leave a Comment